Τετάρτη 26 Δεκεμβρίου 2012

ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ ΚΑΙ ΧΡΩΜΑ





  Η εντύπωση  που μας αφήνουν σήμερα τα "πάλλευκα " ερείπια των αρχαίων ναών δεν είναι η σωστή. Το χρώμα, ένα βασικό στοιχείο έκφρασης της αρχαίας ελληνικής τέχνης, δεν ήταν δυνατόν να λείπει από τους ναούς. Έτσι, όλοι οι αρχαίοι ναοί σε αρκετά μέρη τους ήταν καλυμμένοι με χρώματα.
  Βέβαια ελάχιστα λείψανα απ αυτά έχουν μέχρι σήμερα διασωθεί ώστε να επιτρέπουν συμπεράσματα για τη γενική εντύπωση.
Τον περασμένο αιώνα τα ίχνη που σώζονταν ήταν πολύ περισσότερα. Το στοιχείο αυτό, σε συνδυασμό με την τάση της εποχής να αναπαριστώνται τα μνημεία στην αρχική τους μορφή, έστω και με αρκετή δόση φαντασίας, έδωσε την ευκαιρία σε Γάλλους σπουδαστές της αρχιτεκτονικής να δημιουργήσουν εντυπωσιακά σχέδια με χρωματισμένους τους αρχαίους ελληνικούς ναούς.










                                                     ΤΕΧΝΙΚΕΣ  ΚΑΙ ΑΠΟΧΡΩΣΕΙΣ

   Τα χρώματα στους πώρινους ναούς μπορούσαν εύκολα να μπουν πάνω στο λευκό επίχρισμα που κάλυπτε όλες τις επιφάνειες η να ζωγραφιστούν στα πήλινα μέλη του θριγκού (μετόπες, σιμη, γείσα κ.λ.π.) Στους μαρμάρινους ναούς όμως, οι αρχαίοι εφάρμοσαν μια άλλη μέθοδο, την εγκαυστική: διέλυαν δηλαδή το χρώμα σε λιωμένο κερί και το τοποθετούσαν πάνω στο μάρμαρο φτιάχνοντας το σχέδιο ενός κοσμήματος η καλύπτοντας ομοιόμορφα μια ολόκληρη επιφάνεια. Κατόπιν, με ειδικό πυρωμένο εργαλείο γυάλιζαν τη βαμμένη επιφάνει, έτσι ώστε το χρώμα να μπει βαθιά στους πόρους του μαρμάρου.   Με χρώμα ήταν καλυμμένα και όλα τα γλυπτά, τα εναέτια και τα ανάγλυφα στις μετόπες ή στη ζωοφόρο του ναού. Τα τρίγλυφα βάφονταν πάντοτε με σκούρο γαλάζιο χρώμα, όπως και το τύμπανο των αετωμάτων, ενώ με κόκκινο το βάθος των μετοπών, καθώς επίσης και ορισμένα τμήματα των κιονκράνων.Επίσης, με χρωματιστά κοσμήματα από σκούρο γαλάζιο, κόκκινο και χρυσό χρώμα, στολίζονταν όλα τα κυμάτια, όλες οι λεπτές ζώνες που περιέτρεχαν το θριγκό, καθώς και τα φατνώματα στις οροφές. Ο τοίχος  του σηκού εξωτερικά είχε ζωηρό κόκκινο χρώμα που δημιουργούσε ευχάριστο συνδυασμό με το χαλκό που κάλυπτε τις θύρες και τα κιγκλιδώματα, που συχνά παρεμβάλλονταν ανάμεσα στους κίονες. Φαίνεται όμως πως καμμιά φορά και στους κορμούς των κιόνων γίνονταν κάποιο είδος βαφής, ίσως σε χρώμα κοκκαλί ή ανοιχτό κιτρινωπό και για να αμβλυνθεί το εκτυφλωτικό λευκό του γυμνού μαρμάρου, να εξαλειφθούν οι οριζόντιοι αρμοί των σπονδύλων και τα νερά του μαρμάρου, έτσι ώστε ο κίονας να φαίνεται ως ένα ενιαίο και αυτόνομο αρχιτεκτονικό μέλος.




Πρόσοψη του τάφου του Φιλίππου. Το χρώμα, μας δίνει μια εικόνα και για το διάκοσμο ενός δωρικού ναού. Εντυπωσιακή είναι η διατήρηση και της σκηνής κυνηγίου. (πηγή: www.zougla.gr)



Λεπτομέρεια από τον τάφο της Ευριδίκης. (πηγή: www. imathia.gr)



Ο τάφος των Ανθεμίων. Χαρακτηριστικό δείγμα ναισκομόρφου ταφικού μνημείου, με εξαιρετική διατήρηση του χρωματικού και όχι μόνο διακόσμου.  Τα πλούσια και έντονα χρώματα, έχουν σωθεί χάρη στην σύστασή τους και στη φύση του εδάφους. (πηγη: www. naoussa.gr)



Λεπτομέρεια από τον τάφο των Ανθεμίων. Το κεντρικό ακρωτήριο και λεπτομέρεια του τυμπάνου. Τα έντονα και ζωηρά χρώματα, ήταν χαρακτηριστικό στοιχείο στην ελληνική αρχιτεκτονική. (πηγή: www. naoussa.gr)



Αρχαίο ακροκέραμο με εγχάρακτη διακόσμηση και τμήμα των στρωτήρων. Το κυμάτιο είναι χρωματιστό όπως επίσεις και το ανθέμιο του ακροκεράμου. (πηγή: www.tovima.gr)



                                                   ΤΟ ΧΡΩΜΑ ΣΤΗ ΝΕΟΚΛΑΣΣΙΚΗ ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗ



  Είναι δύσκολο να αποσαφηνίσουμε με ακρίβεια την όψη των νεοκλασσικών κτισμάτων όσον αφορά την απόχρωση των επιφανειών. Και αυτό, διότι κατόπιν τόσων δεκαετιών ανακαινίσεων και ατμοσφαιρικής ρύπανσης, καθίσταται σχεδόν αδύνατον. Στις μέρες μας, ελάχιστα δείγματα έχουν διασωθεί.
  Ωστόσο, θα πρέπει να αναζητήσουμε από τους ίδιους τους δημιουργούς του νεοκλασσικού κινήματος, τις πληροφορίες για τη χρωματική ταυτότητά του. Ήδη, από παλαιότερα χρόνια, είχαν ξεκινήσει προσπάθειες για να μελετηθεί το ζήτημα της πολυχρωμίας των ελληνικών αρχαιοτήτων. Σημεία αναφοράς, ήταν η πόλη της Πομπηίας με κατάληξη την έκφραση της διακοσμητικής της δημιουργίας, κατά τη διάρκεια της Αυτοκρατορίας στη Γαλλία και την εξάπλωσή της σε όλον τον ευρωπαικό χώρο. Η γαλλική σχολή, είχε προσδώσει συμβολικό χαρακτήρα σε χρώματα όπως το κόκκινο πομπηιανό, το μπλέ του κοβαλτίου, το λευκό και το χρυσό.
  Το χρώμα στον ελληνικό νεοκλασσικισμό, κατοχυρώθηκε ταυτόχρονα με την επιστημονική εξακριβωση των χρωμάτων της αρχαίας παραδόσεως. Υπήρξε βεβαίως και μία μίξη με τις στυλιστικές επιδράσεις από την υπόλοιπη Ευρώπη, αλλά αποτέλεσε και οργανικό στοιχείο διάκρισης των αρχιτεκτονικών μερών, συμβάλλοντας στην ιεράρχηση των ξεχωριστών στοιχείων του ρυθμού.

  "'Οσον αφορά την τεχνική, γνωρίζουμε ότι εφαρμόζονταν  κυρίως τα υδροχρώματα από ορυκτές στο μεγαλύτερο ποσοστό τους, πρώτες ύλες. Έτσι υπήρχαν χρώματα με γαιώδη προέλευση, όπως οι διαβαθμίσεις της ώχρας και οι σιένες, η ούμπρα (σκιερό καφέ), το μπλέ-ουλτραμαρίνα (λουλακί), μερικά πράσινα κ. λπ. Επίσεις, σε άμεση σχέση με τα οξείδια ορισμένων στοιχείων - κοβάλτιο, χρώμιο, κάδμιο κ.α - είχαμε μπλέ, κίτρινο, πράσινο κόκκινο και άλλα χρώματα, όπως το λευκό του "τσίγκου" ή του μολύβδου. Εκείνο πάντως που είχε μεγάλη σημασία ήταν ότι ανάλογα με την επεξεργασία και τις προσμίξεις των χρωμάτων, μπορούσε κανείς να πετύχει μια ήπια και "γαιώδη" απόχρωση, που σε μεγάλο βαθμό πρόσφερε φυσικότητα στις αρχιτεκτονικές μορφές. Αυτό ειδικά το αποτέλεσμα είναι πολύ δύσκολο να το προσεγγίσουμε σήμερα, καθώς έχουμε να κάνουμε με τα σύγχρονα χημικά και πολυμερή χρώματα, τα οποία - στο σύνολό τους σχεδόν - αποδίδουν "δραστικούς" τόνους με αφύσικη λαμπρότητα και καθαρότητα.
  Η βαφή γινόταν πάνω στην απόλυτα επίπεδη επιφάνεια του τελευταίου - κατά σειρά, τρίτου -  κονιάματος του τοίχου, το οποίο ήταν και πιό λεπτό. Για να αποδοθεί κάποια φρεσκάδα και φωτεινότητα στον τόνο, περνούσαν προηγουμένως τις επιφάνεις με λευκό. Βέβαια, αυτό ήταν περιττό, στην περίπτωση που το τελευταίο στρώμα ήταν καθαρή μαρμαροκονία. Η ιδανική όμως τεχνική - που εφαρμοζόταν σε μνημειακά κτίρια - απαιτούσε την ανάμειξη του χρώματος στη μάζα της λεπτής κονίας, πριν αυτή επιστρωθεί στον τοίχο. Οι κρύσταλλοι του μαρμάρου προσέδιναν ποιότητα και διαφάνεια στους τόνους, ενώ το αποτέλεσμα παρουσίαζε ασύγκριτη σταθερότητα στις φθορές του χρόνου. 'Οσον αφορά τους χρωματικούς τόνους και την εφαρμογή τους στα δεδομένα μορφολογικά συστήματα, θα πρέπει από την αρχή να γίνει μια σαφής διάκριση. Σε μια πρώτη ομάδα εντάσσονται τα επιχρίσματα των αρχιτεκτονικών μελών με πρωτεύουσα και οργανική σχέση με τη ρυθμολογική διάρθρωση - δηλαδή, κρηπίδες και βάσεις, παραστάδες, ημικίονες, πεσσοί (επίκρανα και κιονόκρανα), πλαίσια ανοιγμάτων, επιστύλια και γείσα - καθώς και η μορφολόγηση της στέψης - όπως κορωνίδες, σίμες, ακροκέραμα - αλλά και κάθε είδους στηθαία, τα οποία έπρεπε να είναι λευκά. Αυτό συνέβαινε γιατί ο κλασσικισμός θεωρούσε βασικό υλικό κατασκευής των παραπάνω στοιχείων το μάρμαρο. Στη δεύτερη ομάδα ανήκαν όλες οι υπόλοιπες επιφάνειες "πλήρωσης" για τις οποίες επιλεγόταν ένας απαλός χρωματικός τόνος."
  "Για τα λευκά μέλη, ανακάτευαν πάντοτε σε ελάχιστη ποσότητα, μαύρο, γαλάζιο και κίτρινο, προκειμένου να αποφύγουν την παγερή λευκότητα της επιφάνειας - ιδιαίτερα στο σκληρό αττικό φώς - και να τις προσδώσουν διαφάνεια ανάλογη εκείνης του κατεργασμένου μαρμάρου. Όσον αφορά τα κεραμικά επίπλαστα στοιχεία - αν και σε μεταγενέστερες περιόδους επικράτησε η αντίληψη να αφήνονται στο φυσικό τους τόνο - ο "δογματικός κλασσικισμός" τα ήθελε οπωσδήποτε λευκά. (Σχόλιο: Σε αρκετές περιπτώσεις υπάρχουν και σήμερα ακροκέραμα με υπολείμματα λευκού χρώματος στην επιφάνειά τους. Τελευταία έχει δυστυχώς επικρατήσει η συνήθεια να βάφονται αυτά με σκούρο κεραμιδί ή και "χονδροκόκκινο" χρώμα.)
  Για τις αδρές λιθοδομές (βάσεις, ακρογωνιαίοι λίθοι, ψευδορούστικα κ.α) πιο συνηθισμένο ήταν το σκιερό φαιοκίτρινο του δομικού πωρόλιθου (πιο γνωστό ως"πουρί" του Πειραιά) - που άλλωστε χρησιμοποιούνταν ευρέως σε ανάλογες κατασκευές. Παράλληλα, εμφανίστηκαν και ορισμένες εξαιρέσεις, που απέδιδαν το υλικό του μαρμάρου - δηλαδή ανοιχτό τόνο, όπως τα ρυθμολογικά στοιχεία που περιγράψαμε."

Απόσπασμα από το βιβλίο του Μάνου Γ. Μπίρη, "Αθηναική αρχιτεκτονική, 1875-1925", Εκδοτικός Οίκος "Μέλισσα" Β' έκδοση, Αθήνα, 2003



Ακροκέραμο της ομάδος Α5. Το λευκό χρώμα, είναι κατά πάσα πιθανότητα το αρχικό, μιας και δεν υπάρχουν ίχνη άλλου χρώματος. Ενδέχεται παρ' όλα αυτά, να επιχρωματίσθηκε μετέπειτα, επειδή ως τύπος χρησιμοποιήθηκε κυρίως κατά τον ύστερο νεοκλασσικισμό.


Ακροκέραμο της ομάδος Α5, παρόμοιο με το προηγούμενο. Εδώ έγινε χρήση χονδροκόκκινου χρώματος, όπως παρουσιάζεται σε πολλά κτίρια.




Ακροκέραμο της ομάδος Α4. Εκ των υστέρων, χρωματίσθηκε με το σκούρο κεραμιδί, το οποίο διαλύθηκε κατά τόπους αφήνοντας να εμφανισθεί το αρχικό λευκό χρώμα.



1 σχόλιο:

Σταυρούλα Χριστουλάκη είπε...

Καλημέρα σας. Τυχαίνει να έχω κάποια ακροκέραμα, τα οποία υπάγονται στην ταξινόμηση που έχετε κάνει. Τυχαίνει να έχω ένα της κατηγορίας Γ (βελανίδια) που είναι γωνιακό. Επίσης έχω και "ενθέματα" θα τα έλεγα, όχι ακροκέραμα, όπως ένα ανθέμιο, μία Αθηνά, ένα γυναικείο πρόσωπο, ένα πρόσωπο λιονταριού, για βρύση. Δεν υπάρχουν σ' αυτά στοιχεία εργαστηρίου και μάλλον είχαν κάποια στιγμή ασβεστωθεί. Αγοράστηκαν το 1981 στην Χαριλάου Τρικούπη, Αθήνα, από κάποιον πλανόδιο πωλητή, πιθανόν από κατεδάφιση της περιοχής. Επειδή δεν γνωρίζω πως μπορώ να βάλω φωτογραφίες σ' αυτό το σχόλιο μήπως θα μπορούσατε να μου δώσετε κάποιο μέιλ ή κάποιο μέσενζερ να σας τις στείλω. Και αν νομίζετε ότι έχουν κάποιο ενδιαφέρον να τις χρησιμοποιήσετε στο μπλογκ σας. Ευχαριστώ